Σαρπηδών

Σαρπηδών
Όνομα μυθολογικών και ιστορικών προσώπων. 1. Κατά τον Όμηρο, γιος του Δία και της Λαοδάμειας και εγγονός του Βελλερεφόντη. Όπως και ο ξάδελφος του Γλαύκος, ήταν κι αυτός πρίγκιπας των Λυκίων και σύμμαχος του Πρίαμου. Μαζί με το Γλαύκο, ήταν ο πρώτος που σκαρφάλωσε στα εχθρικά τείχη. Όταν τον σκότωσε ο Πάτροκλος, έγινε φοβερή μάχη γύρω από το πτώμα του, ώσπου ο Απόλλων, με διαταγή του Δία, έσωσε το παραμορφωμένο σώμα του από τους Έλληνες και, αφού το έπλυνε και το άλειψε με αμβροσία, έβαλε να το μεταφέρουν στη Λυκία οι δυο δίδυμοι αδελφοί, ο Ύπνος και ο θάνατος (Όμηρος, XV 1419 -683). Μεταγενέστεροι συγγραφείς τον περιγράφουν ως γιο του Δία και της Ευρώπης και αδελφό του Μίνωα. Όταν διώχτηκε από το Μίνωα, κέρδισε την εξουσία στη Λυκία. 2. Γιος του Ποσειδώνα, αδελφός του βασιλιά του Αίνου, Πόλτυου. Τον σκότωσε ο Ηρακλής. 3. Έλληνας στρατηγός στην υπηρεσία του βασιλιά της Συρίας Δημήτριου B’ του Νικάτορα (141 π.Χ.). Βοήθησε το Δημήτριο B’ στον αγώνα του εναντίον του στρατηγού Διδότου Τρύφωνα, που είχε σφετεριστεί το θρόνο της Συρίας.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Σαρπηδών — his shrine masc nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Σαρπήδων — Σαρπηδών his shrine masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Σαρπηδόνα — Σαρπηδών his shrine masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Σαρπηδόνας — Σαρπηδών his shrine masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Σαρπηδόνε — Σαρπηδών his shrine masc nom/voc/acc dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Σαρπηδόνες — Σαρπηδών his shrine masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Σαρπηδόνι — Σαρπηδών his shrine masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Σαρπηδόνοιν — Σαρπηδών his shrine masc gen/dat dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Σαρπηδόνος — Σαρπηδών his shrine masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Σαρπηδόνων — Σαρπηδών his shrine masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”